Πέρασα τις νύχτες μου κάτω στην αποβάθρα,
στα σκοτεινά σοκάκια.
Κάτω στην πόλη, στην εκκλησία
εκεί όπου προσεύχεται η Σάλλυ.
Έλα κάτω καμιά φορά,
θα μοιραστούμε μια σκουριασμένη κονσέρβα με καλαμπόκι
και θα ακούσουμε ραδιόφωνο.
Λέει : ''Σ'αγαπώ, σ'αγαπώ''.
Που πήγε η καρδιά σου?
Την έβαλες σε ένα τρένο?
Την άφησες έξω στην βροχή?
Ή να φύγει στο Μεξικό?
Που πήγε η καρδιά σου?
Την έβαλες σε ένα τρένο?
Την άφησες έξω στην βροχή?
Ή να φύγει στο Μεξικό?
Κλαίς, μα δεν ξέρω πραγματικά.
Τα έχω ακούσει όλα αυτά και παλιά.
Για εκεί πάει ξανά το πράγμα,
το χτύπημα της πόρτας.
Μερικές φορές με καλεί το ποτάμι
και την νύχτα φωνάζει τ'όνομά μου.
Μου λέει : ''άσε τα προβλήματα σου δίπλα μου'',
τα πράγματα πάντα ήταν τα ίδια.
Και η ροκ'ν'ρολ δεν μου έμαθε
αυτό που το ποτάμι μου είπε εκείνη τη νύχτα.
Πήδηξα μέσα σε αυτήν την ομορφιά
και παρασύρθηκα έξω από τα βλέμματα.
Που πήγε η καρδιά σου?
Την έβαλες σε ένα τρένο?
Την άφησες έξω στην βροχή?
Ή να φύγει στο Μεξικό?
Που πήγε η καρδιά σου?
Την έβαλες σε ένα τρένο?
Την άφησες έξω στην βροχή?
Ή να φύγει στο Μεξικό?