Σε πεύκο ανέβηκα μεγάλο
να δω πού πήγε τ’ όνειρό μου
μα εγώ δεν είδα τίποτα άλλο
από τον κουρνιαχτό του δρόμου.
Σαν πας στη στράτα στράτα
τον πόλεμο παράτα
γιατί ο καιρός ανοίγει
κι αρχίζει το κυνήγι.
Στου κάστρου την παλιά τη βρύση
σκοτώσαν ένα περιστέρι
πες μου ποιο μάτι θα δακρύσει
και ποιο θα το ζεστάνει χέρι.
Σαν πας στη στράτα στράτα
τον πόλεμο παράτα
γιατί ο καιρός ανοίγει
κι αρχίζει το κυνήγι.
Φύγε απ’ το δρόμο περιστέρι
γιατί θα βγω κι εγώ κυνήγι
κι αν αστοχήσει μου το χέρι
θα 'ν’ η ζωή σου τόσο λίγη.
Σαν πας στη στράτα στράτα
τον πόλεμο παράτα
γιατί ο καιρός ανοίγει
κι αρχίζει το κυνήγι.