Ο ύπνος σ’ ανακοίμισε ανάμεσα στα ρόδα
μούδε και δάκρυα σε ξυπνούν, μούδε και μοιρολόγια.
Ύπνε, που μου το κοίμισες ανάμεσα στα ρόδα
το θρήνος μου δεν το ξυπνά μούδε τα μοιρολόγια.
Άλλη δεν έχω απαντοχή στον άδειο κόσμο απού’ μαι
έλεος κάμε, πάρε με, να μην ξεχωριστούμε.