Ωκεανός, αγέρας, γη, κι εγώ να κάθομαι εκεί
σ’ ένα δωμάτιο σκοτεινό,
μες στης αγάπης το κενό να ταξιδεύω
σωρός η σκόνη απ’ το φιλί, κι η θύμηση σου απειλή
μες στης ψυχής την παγωνιά
δύο κομμάτια τη ζωή μου να μαζεύω.
Μη με ρωτήσεις τι θα γίνω
μη με ρωτήσεις τι θα κάνω
της γης οι άνθρωποι πονάνε
μα εγώ πονάω παραπάνω.
Ήταν του ήλιου ο καιρός, όταν με είδες σαν εχθρός
και μες στα μάτια σαν καπνός
μπήκε το δάκρυ, και στο μίσος σου, πιστεύω
ωκεανός, αγέρας, γη, κι εγώ να κάθομαι εκεί
μες στης ψυχής την παγωνιά
δύο κομμάτια τη ζωή μου να μαζεύω.
Μη με ρωτήσεις τι θα γίνω
μη με ρωτήσεις τι θα κάνω
της γης οι άνθρωποι πονάνε
μα εγώ πονάω παραπάνω.
Της γης οι άνθρωποι πονάνε
μα εγώ πονάω παραπάνω.