Την νύκτα όλην άγρυπνος,
Νύκτα μακράν χειμώνος,
ο ναύτης προ του κύματος,
σιωπηλός και μόνος,
τηρεί τον ουρανόν, ενώ
αβύσσους διαβαίνει
και την χρυσήν ανατολήν
ανήσυχος προσμένει.
Ομοίως σ`επερίμενα
να έλθης χθες, ομοίως
μακράν σου είναι έρημος
και αφεγγής ο βίος.
Οπόταν νέος, εκ μακράς
προκύπτων ασθενείας,
σκιώδες φάσμα και ωχρόν
εκ της αδυναμίας,
τον κόσμον, την μαγευτικήν
γωνίαν του απείρου,
ην εστερήθη, θεωρεί
διά του παραθύρου,
πόσους τω πέμπει ασπασμούς
και πόθους, αδελφή μου,
ομοίως σ’ επεθύμησεν,
ομοίως η ψυχή μου.
Προ της εικόνος του Χριστού
ο ευσεβής ο κύπτων
και αμαρτίας λογισμούς
εντός του στήθους κρύπτων,
με ποταμούς τους πόδας του
δακρύων καταβρέχει,
και η ψυχή του σπαραγμόν
και πόνον πολύν έχει.
Ομοίως η καρδία μου
θερμώς σ`επικαλείται
και διά σε πάσαν χαράν
του κόσμου απαρνείται.