Mες το ρυάκι κείτεται γυμνή
Παγωμένη και νεκρή, βιασμένη και συντετριμμένη
Η γλυκιά Μοντ Μπόουεν, θύμα ενός ανδρός
Στο πλάι της κείτεται ο βιαστής της
Της μάνας της ο αδελφός, το ίδιο με εκείνη παγωμένος και αυτός
Με ενός αγγέλου - εκδικητή το βέλος στη καρδιά
Κι ο τσιφλικάς ρίχνει σε εκείνη την ευθύνη
Την εξευτελίζει με τα ψέματά του
Τη γλυκιά Μοντ Μπόουεν αμαύρωσε ως αυτόχειρα
Iδού ένας θρύλος, μια ιστορία που αξίζει να μαθευτεί
Για ένα νεαρό κορίτσι, όχι παραπάνω από δεκαπέντε ετών
Παλουκώθηκε ως βρυκόλακας, η μητέρα της κάηκε ως μάγισσα
Ιδού τα εγκλήματα, τα εγκλήματα του πλούτου
Στο σταυροδρόμι την παλούκωσαν
Με τη φτελιά τάχα θα τη λυτρώσουν
Θα σώσουν την ψυχή της από του Σατανά τη μοχθηρή φωλιά
Τώρα η μάνα της θρηνεί αποτρελαμένη
Στο δέντρο, εκεί στο σταυροδρόμι
Το δέντρο που από της γλυκιάς Mοντ Μπόουεν την καρδιά φυτρώνει
Και του τσιφλικά οι άντρες όντως τη γιουχάρουν και την περιπαίζουν
Από τον τάφο την τραβούν και τη χλευάζουν
Και τότε ακόμα ένας πεθαίνει με ένα βέλος στη καρδιά
Περνά από ακρόαση από τους δικαστές του Γκλόστερ
Kατηγορούμενη ως μάγισσα τώρα θα την κάψουν
Στο δέντρο εκεί στο σταυροδρόμι πρόκειται να πεθάνει
Δεμένη στη φτελιά με τα δεμάτια να καπνίζουν
Της Μοντ η μάνα η γλυκιά κλαίει, πνίγεται
Μάνα, κόρη, θύματα ενός ανδρός
Κι ο τσιφλικάς στέκεται εκεί γελώντας
Παρέα με τους άντρες του γελά, καλαμπουρίζει
Και τότε πέφτει νεκρός με ένα βέλος στη καρδιά