Στεκόμουν δίπλα από τον Νείλο
Όταν είδα την κυρία να χαμογελάει
Θα την έβγαζα για λίγο
Για λίγο
Σαν δάκρυα κυλούσαν σαν παιδιού
Πως τα χρυσαφένια μαλλιά της κυμάτιζαν ανέμελα
Τότε άπλωσε τα φτερά της για να πετάξει
Να πετάξει
Αιωρείται ψηλά πάνω από τα ψυχρά αεράκια
Πηγαίνει πάντα όπου επιθυμεί
Θα φτάσει στο νησί
Στον ήλιο
Θα την ακολουθήσω στην σκιά της
Και θα την παρακολουθήσω από το παράθυρό μου
Μια μέρα θα πιάσω την ματιά της
Καλεί από τα βαθιά
Βυθίζει την ψυχή μου σε αιώνιο ύπνο
Είναι σίγουρο ότι θα με τραβήξει κάτω
Θα με τραβήξει κάτω