Ήταν κάποτε ένας άντρας που δεν μπορούσε να κλάψει
Δεν είχε κλάψει για χρόνια και χρόνια
Μωρά καμένα από ναπάλμ και η ταινία Love Story
Για παράδειγμα, δεν μπόρεσαν να του φέρουν δάκρυα
Όταν ήταν παιδί, είχε κλάψει, όπως όλα τα παιδιά
Μετά, κάποια στιγμή, oι δακρυγόνοι αδένες του στέρεψαν
Μεγάλωσε κι έγινε άντρας κι εκεί έγινε το κακό
Τα πράματα πήγαιναν χάλια, μα αυτός δεν μπορούσε να κλάψει
Το σκύλο του τον πάτησε αμάξι, η γυναίκα του τον παράτησε
Και μετά απολύθηκε κι απ' τη δουλειά του
Έχασε το χέρι του στον πόλεμο, μια πόρνη τον κορόιδεψε
Κι όμως... ούτε ένας λυγμός
Το μυθιστόρημά του απορρίφθηκε, η ταινία του θάφτηκε από τους κριτικούς
Και η μεγάλη παράστασή του στο Μπροντγουέι ήταν παταγώδης αποτυχία
Τον έστειλαν φυλακή- καλά μαντέψατε, χωρίς δυνατότητα εγγύησης
Κι όμως πάλι, ούτε σταγόνα δάκρυ
Στη φυλακή τον έδερναν, τον απειλούσαν και τον βίαζαν
Και τον έβαζαν να φτιάχνει πινακίδες αυτοκινήτων
Του έδιναν μόνο ψωμί και νερό
Μα ούτε μια φορά δεν αυλάκωσε δάκρυ το πρόσωπό του
Φώναξαν γιατρούς, φώναξαν επιστήμονες
Και τελευταίους - και καταϊδρωμένους, βασικά- τους θεολόγους
Όλοι τους συμφώνησαν απολύτως: σίγουρα δεν ήταν κανένας χαλβάς
Στην πραγματικότητα, ήταν αναίσθητο τέρας
Τον έβγαλαν από τη φυλακή και τον έβαλαν σ' ένα μέρος
Για αναίσθητους και τρελούς
Έπαιζε πολύ σκάκι, έκανε πολλούς φίλους
Κι έκλαιγε κάθε φορά που έβρεχε
Κάποια φορά έβρεχε 40 μέρες και 40 νύχτες
Κι εκείνος έκλαιγε, έκλαιγε...
Την τεσσαρακοστή πρώτη μέρα, έφυγε
Πέθανε από αφυδάτωση
Πήγε, που λέτε, στον παράδεισο, βρήκε το σκύλο του
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά ξαναβρήκε και το χέρι του
Κάτω στη γη, όλοι οι κριτικοί πήραν πίσω ό,τι είχαν πει
Και ο καρκίνος έκλεψε την ομορφιά της πόρνης
Η πρώην γυναίκα του πέθανε από... ραγάδες
Το πρώην αφεντικό του χρεοκόπησε
Τους θεολόγους τελικά ο κόσμος τους πήρε χαμπάρι
Η παλιά φυλακή κάηκε ολοσχερώς
Και η γη υπέφερε από αιώνια ξηρασία