Ήταν μια μέρα χλιαρή και βουρκωμένη,
ακουαρέλα που πουλιέται έναν παρά
κι ύστερα έγινε μια νύχτα μεθυσμένη,
με το φεγγάρι να τρελαίνει τα νερά
Η ματιά σου ανοίγει δρόμους
ο καπνός στήνει εμπόδια,
θα ρωτήσω τα τραγούδια
και θα έρθω με τα πόδια
Πεινασμένος σαν το λύκο
και αξύριστος για μέρες,
θα με στήσουνε στον τοίχο
της αγάπης σου οι σφαίρες
Κι όταν φυσήξει μελτεμάκι και με ρίξει
βελόνα στ’ άχυρα και σπίθα στο σωρό
τότε του μπάρμαν η πετσέτα θα στραγγίζει
όλα τα δάκρυα και θα `ρθω να σε βρω