Σου ‘λεγα ιστορίες συχνά
για πως ήταν τότε
έκανα γυρολόγου ζωή
περιμένοντας πότε
θα 'πιανα το χέρι σου
να σου τραγουδούσα
μήπως μου ‘λεγες κι εσύ
ξάπλωσε κι αγάπα με
και θα’χα μείνει εκεί
Μα τ' αισθάνομαι γερνάω
κι όσα λόγια τραγούδησα
αντηχούν στο βάθος
σα να βουίζει
μύλος που γυρίζει
Μάλλον, θα’ μαι πάντα
ένας μισθοφόρος
Όσο ήμουν ταξιδιώτης
έψαχνα κάτι νιό
Μέρες παλιές
με κρύες βραδιές
γυρνούσα μοναχός
Τότε νόμισαν τα μάτια μου
πως σ’ είδανε κοντά
Μα τύφλα που μπερδεύει
δείχνει πως είσαι μακριά
Πια τ' αισθάνομαι γερνάω
κι όσα λόγια τραγούδησα
αντηχούν στο βάθος
σα να βουίζει
μύλος που γυρίζει
Μάλλον, θα’ μαι πάντα
ένας μισθοφόρος
Ακούω να βουίζει
μύλος που γυρίζει
Μάλλον, θα’ μαι πάντα
ένας μισθοφόρος