Δίνει τις ευχές του στα αγόρια καθώς στέκονται στη γραμμή.
Η μυρωδιά του γράσου στο όπλο και οι λαμπερές ξιφολόγχες.
Είναι εκεί για να τα βοηθήσει όσο μπορεί.
Να τους κάνει να νιώσουν επιθυμητοί, είναι καλός κι αγνός άντρας.
Πιλότε τ' ουρανού, πιλότε τ' ουρανού,
Πόσο ψηλά μπορείς να πετάξεις;
Ποτέ, ποτέ, ποτέ δεν θα φτάσεις τον ουρανό.
Χαμογελά στους νεαρούς στρατιώτες, τους λέει ότι είναι εντάξει.
Γνωρίζει για το φόβο τους για την επικείμενη μάχη.
Σύντομα θα υπάρξει αιματοχυσία και πολλοί θα πεθάνουν.
Μητέρες και πατέρες πίσω στο σπίτι θα κλάψουν.
Πιλότε τ' ουρανού, πιλότε τ' ουρανού,
Πόσο ψηλά μπορείς να πετάξεις;
Ποτέ, ποτέ, ποτέ δεν θα φτάσεις τον ουρανό.
Μουρμουρίζει μία προσευχή και τελειώνει με ένα χαμόγελο.
Η διαταγή δίνεται, κινούνται προς τη γραμμή.
Αλλά εκείνος θα μείνει πίσω και θα κάνει διαλογισμό.
Αλλά αυτό ούτε θα σταματήσει την αιματοχυσία ούτε θα μετριάσει το μίσος.
Ενώ οι νεαροί άντρες προχωρούν προς τη ζώνη της μάχης.
Εκείνος νιώθει καλά, με το Θεό ποτέ δεν είσαι μόνος.
Νιώθει κουρασμένος και ξαπλώνει στο κρεβάτι του.
Ελπίζει οι άντρες να βρουν κουράγιο στα λόγια που είπε.
Πιλότε τ' ουρανού, πιλότε τ' ουρανού,
Πόσο ψηλά μπορείς να πετάξεις;
Ποτέ, ποτέ, ποτέ δεν θα φτάσεις τον ουρανό.
Είστε στρατιώτες του Θεού, πρέπει να καταλάβετε.
Η μοίρα της πατρίδας σας είναι στα νεαρά σας χέρια
Ας σας δώσει ο Θεός δύναμη, να κάνετε τη δουλειά σας καλά.
Αν άξιζαν όλα αυτά, θα φανεί με το χρόνο.
Το πρωί επιστρέψουν με δάκρυα στα μάτια τους.
Η βρώμα του θανάτου ταξιδεύει στους ουρανούς.
Ένας νεαρός στρατιώτης τόσο άρρωστος κοιτά τον πιλότο τ' ουρανού.
Θυμάται τα λόγια «Ου φονεύσεις».
Πιλότε τ' ουρανού, πιλότε τ' ουρανού,
Πόσο ψηλά μπορείς να πετάξεις;
Ποτέ, ποτέ, ποτέ δεν θα φτάσεις τον ουρανό.
Πιλότε τ' ουρανού, πιλότε τ' ουρανού,
Πόσο ψηλά μπορείς να πετάξεις;
Ποτέ, ποτέ, ποτέ δεν θα φτάσεις τον ουρανό.
Ποτέ, ποτέ, ποτέ δεν θα φτάσεις τον ουρανό.
Ποτέ, ποτέ, ποτέ δεν θα φτάσεις τον ουρανό.
Ποτέ, ποτέ, ποτέ δεν θα φτάσεις τον ουρανό.
Ποτέ, ποτέ, ποτέ δεν θα φτάσεις τον ουρανό.