Στροβιλίζει τα λόγια σου, ο αέρας του χρόνου
Όρθιος μένεις στη μέση της σκόνης και με κοιτάς.
Αστραπές δε φοβάσαι, τα δάκρυα λασπώνουν τα πάντα
μα εσύ κανονικά προχωράς.
Στρίβεις το κλειδί, τα φώτα ανάβεις
και με φόρα με προσπερνάς.
Μένω πίσω, με μια σπασμένη καρδιά, το άρωμα σου
κι ότι παίρνει ζωή σαν το ακουμπάς.
Ραντεβού, μια το χρόνο, όποτε θες..
Να μαθαίνω απ’ όσα σε κάνουν μωρό μου τα βράδια και κλαις …
Κόμπο στο κόμπο, σχοινί που δεν άντεξε
κι έσπασε και έπεσες και έγειρες σ’ άλλη αγκαλιά.
Κι έμεινε ο κόσμος στυφός και μίζερος κι άδειος
Πιστεύω πια, ζω τη κακή του πλευρά.
Με στόμα κλειστό, συνωστίζομαι εδώ για να πιω
μα η φωνή σου με βρίσκει, μου παίρνει τ’ αυτιά.
Σου ‘χα πει είναι θέμα ευθύνης, ντροπής
μα η ψυχή μου γυμνή στο καθρέφτη, άλλα μετρά …
Ραντεβού όπου θες, όποτε θες.
Να μαθαίνω απ’ όσα σε κάνουν μακριά μου τα βράδια και κλαις ...
Μακριά σου η ζωή εχθρική. Η μνήμη σου λόγχη,
που σχίζει του νου τις οθόνες στυγνή …
Τυπική μες στο πλήθος, με αμήχανο ύφος,
Με ήχο σακάτη, η φωνή μου φευγάτη στεγνή.
Σε ψάχνω παντού με βλέμμα τρελού, που ξανά
πιο κοντά είσαι μακριά του απ’ ότι παλιά ...
Στην ομίχλη του κόσμου απλώνεις μετάξινο νήμα,
σημάδια αφήνεις που μένουν νωπά ...
Ραντεβού μια το χρόνο, όπως θες.
Να μαθαίνω απ’ όσα σε κάνουν μακριά μου τα βράδια και κλαις…
και κλαις …