Ποιά αγάπη δεν θα με πλανέψει
με τη γλύκα της
αν από τη φλόγα την παλιά
η πικρία τρεμοπαίζει;
Από τον λεκέ τον μαύρο
μέχρι την κρύα πέτρα
ποια αγάπη δεν παραδίδεται
στην άδεια νύχτα;
Οι φωνές πια βυθίζονται
σε μια οδυνηρή σιωπή
Όσο μακραίνουν
τόσο η κραυγή τους ακούγεται!
Στην επιφάνεια του νερού
νύχτα ναυτιλλόμενη
φτάσε, αργά πλέοντας
στο πλάι μου.
Σε καινούργια βοσκοτόπια
κισσός αναρριχώμενος
κόκκινα λουλούδια γεννιούνται
κάθε άνοιξη.
Γνωρίζοντάς το ίσως αυτό,
αδερφέ, κορυδαλλέ μου
πες μου, περιμένεις
να ξημερώσει καινούργια μέρα;
Οι φωνές πια βυθίζονται
σε μια οδυνηρή σιωπή
Όσο ξεμακραίνουν
τόσο η κραυγή τους ακούγεται!
Στην επιφάνεια του νερού
νύχτα ναυτιλλόμενη
φτάσε, αργά πλέοντας
στο πλάι μου.