Ξέρω μια λεύκα
ξέρω δυο πεύκα
κι ένα πλατάνι
Το μέτωπό μου
μακριά κοιτώντας
ρυτίδες κάνει
Βάζω το χέρι
σ’ένα ποτάμι
διάφανο πίνω
Τα βουνά με τις χωρίστρες
της πυρόσβεσης
με το ξύρισμα της άμεσης
της πρόσβασης
Τα βουνά ταπεινωμένα
στη φωτιά παραδομένα
μαρτυρούν τη σκευωρία
μιας απόσβεσης
Μπορώ να κοιμηθώ
να σηκωθώ
και να πλυθώ
μπορώ να σηκωθώ
και να πλυθώ
μια μέρα ακόμα
Μα όταν θυμηθώ
πως τη σιωπή μου
έχουν βοηθό
τους δίνω μια γροθιά
στο στόμα
Τα νερά με τα φαρμάκια
απ’τα λιπάσματα
φαρμακώσανε της πλάσης
τόσα πλάσματα
Τα νερά τα πικραμένα
κάποιοι τα’χουν τοκισμένα
που παλιά πολύ
τους λέγαμε αποβράσματα
Μπορώ να κοιμηθώ
να σηκωθώ
και να πλυθώ
μπορώ να σηκωθώ
και να πλυθώ
μια μέρα ακόμα
Μα όταν θυμηθώ
πως τη σιωπή μου
έχουν βοηθό
τους δίνω μια γροθιά
στο στόμα
Ξέρω μια λεύκα
ξέρω δυο πεύκα
κι ένα πλατάνι
Το μέτωπό μου
μακριά κοιτώντας
ρυτίδες κάνει
Βάζω το χέρι
σ’ ένα ποτάμι
διάφανο πίνω
Σ’ ό,τι αγαπάω
για κληρονόμο
τη δίψα αφήνω