Οι σπίθες των κειμηλίων στην ψυχή σου
μεγαλώνουν όσο κολυμπώ μέσα στη λάμψη σου.
Καταπίνω το δηλητήριο του άνθους σου
και στηρίζομαι στην άμπωτη μου.
Αισιόδοξος και εκπίπτω από το στόμα σου,
σαν ένας αδιάβλητος πυρετός,
σαν ένα άπονο ψέμα.
Επάνω σ'ένα μαξιλάρι πλασμένο από τα κόκκαλα σου
θα κοιμηθώ με το σώμα μου να πλαγιάζει στις πέτρες
της ακτής σου έως ότου επανέλθει σταδιακά η παλίρροια.
Ένα περιχαρές ραβδί επαργυρωμένο από γρανίτη
θα κάμψει την οσφυαλγία μου και θα κατευνάσει τη ψυχή μου.
Θα αποκοιμηθώ μόλις μου νανουρίσεις.
Κραδαίνω τον κίνδυνο της μονοκόμματης ζωής μου.
Αισιόδοξος και εκπίπτω από το στόμα σου,
σαν ένας αδιάβλητος πυρετός,
σαν ένα άπονο ψέμα.
Επάνω σ'ένα μαξιλάρι πλασμένο από τα κόκκαλα σου
θα κοιμηθώ με το σώμα μου να πλαγιάζει στις πέτρες
της ακτής σου έως ότου επανέλθει σταδιακά η παλίρροια.
Ρίξε το μαξιλάρι μου στη φωτιά,
στρώσε το κρεβάτι μου στο ξέφωτο
της σελήνης σου έως ότου επανέλθει σταδιακά η παλίρροια.
Ακόμη κι αν η αλήθεια αποκρυβεί ή παραμεληθεί,
εγώ θα περιφέρομαι στην διαυγή σκέψη σου
και θα διαπιστώσεις πως κανένα ψέμα δεν κρύβεται
μέχρι να επανέλθει σταδιακά η παλίρροια.