Νιώθω μόνος όπου και να βρεθώ,
μ’ ένα φόβο συνεχώς στο μυαλό.
Δε χορεύω στης ζωής το ρυθμό
και η νύχτα σε μα νύχτα με οδηγεί για καιρό.
Πρωινά που με το ζόρι ξυπνώ,
σκοτεινιάζω και δε χαμογελώ.
Κάποιον λίγο πιο γενναίο ζητώ,
να με αντέχει και να μάθω να αντέχω και εγώ.
Μα μέσα μου μού λέει μια φωνή δυνατή.
Πιες άσπρο πάτο πιες,
όλες τι πίκρες, τις βαθιές πληγές.
Πιες, σήκω και έλα πιες,
μέθυσε αν θες, κάνε ανατροπές.
Νιώθω κάτι πίσω να με γυρνά,
δίνω μάχη γιαένα βήμα μπροστά.
Κάνω λάθη που πληρώνω ακριβά,
μα γλυκόπικρα είναι πάντα της ζωής τα φιλιά.
Με τυφλώνουνε φώτα πολλά,
μοιάζω ακάλεστος μπροσ’ τη χαρά
και καχύποπτος σε κάθε ματιά,
είναι βλέμματα αθώα που κερνάνε φωτιά.
Πιες άσπρο πάτο πιες,
όλες τι πίκρες, τις βαθιές πληγές.
Πιες, σήκω και έλα πιες,
μέθυσε αν θες, κάνε ανατροπές.