Δίψασε το παλικάρι,
ματωμένο μου φεγγάρι,
κι έσκυψε να πιεί νερό.
Δίψασα κι εγώ για σένα
κι έσκυψα τα ματωμένα
τα δυο χείλη σου να βρω.
Φύγαν τα πουλιά στην Δύση.
Το φεγγάρι έχει ραγίσει
κι όμως θα σε καρτερώ,
παλικάρι διψασμένο,
παλικάρι ματωμένο,
σα διψάσεις για νερό.
Στην καρδιά μου έχω μαχαίρι,
ματωμένο περιστέρι,
πού να πάω, πού να σταθώ;
Στέγνωσαν τα δυο μου χείλη
κι η βροχή νερό αν δεν στείλει,
θα πεθάνω, θα χαθώ.