Ένα μεγάλο ποταμό
θα φέρω στην Ομόνοια,
να πέφτουν να δροσίζονται
της φτώχειας τα κλεφτρόνια,
θα φέρω τη Γεσθημανή
γεμάτη με παγκάκια
ν’ απλώνουν την αρίδα τους
της φτώχειας τα μορτάκια.
Θα φέρω κι ένα σύννεφο
ολοχρονίς να βρέχει,
όπου φτωχός κι η Αθήνα του
και το ταβάνι ας τρέχει.
Θα φέρω κάστρα, το Μυστρά,
παραβολές και φίλους
και για τους μόνους κι έρημους
θα φέρω κάποιους φίλους,
θα φέρω και μια βαποριά
σαλέπι και μπαχάρι,
να πίνει η φτωχολογιά
στου Φλόκα το πατάρι.
Θα φέρω κι ένα σύννεφο
ολοχρονίς να βρέχει,
όπου φτωχός κι η Αθήνα του
και το ταβάνι ας τρέχει.