Μια μέρα βγήκε ένας Σποριάς
να σπείρει τον αγρό του
εκεί ‘τανε η σκέψη του
αυτό ήτανε το βιός του.
Μια χούφτα έπεσε σιμά
στο δίπλα μονοπάτι
την αφάνισαν τα πουλιά
το πέλμα του διαβάτη.
Αν θες κι εσύ η σπορά
να φτάσει ως το θερισμό
έλα μαζί μας να σκάψεις
βαθιά τον αγρό. (δις)
Καμπόσοι σπόροι έπεσαν
εκεί που ήταν βράχοι
νερό δε βρήκαν, δίψασαν
και χάθηκαν μονάχοι.
Πιο πέρα στο χωράφι του
αγκάθια είχαν μείνει
έπεσε μέσα ο σπόρος του
δεν μπόρεσε να γίνει.
Αν θες κι εσύ … (δις)
Μα εκεί που η γη ήταν έτοιμη
και καλοσκαλισμένη
εβλάστησ’ έκανε καρπό
αυτό ο Σποριάς προσμένει.
Πέτρες, αγκάθια και κλαδιά
ας διώξει η σκαπάνη
να πάρει τον καρπό ο Χριστός
Να δώσει το στεφάνι.