Αχ βρε χάρτινε ντουνιά παίρνεις φωτιά
Σαν τον ξένο με ξοδεύεις
μέσ’ την νύχτα
Ο, τι μου `ταξες θα κάνω μυστικά
ένα βράδυ που θα πάψει η συνήθεια
Θα στραγγίξω την καρδιά μου να χυθεί
όσο αίμα μέσ’ τα σπλάχνα μου θυμάται
Να κυλίσει, να νικήσει τον καημό
σαν κρασί να πιω ό,τι μέσα μου φοβάται
Δεν ζητάω τίποτα άλλο μοναχά
να ελαφρώσω το κορμί μου από το βάρος
Που φορτώνω μέσ’ τα μάτια όταν κοιτώ
το ναυάγιο αυτού του κόσμου και το λάθος
Μια φωτιά μου ανάβεις μέσα της να μπω
για να βγω χωρίς ούτε με ένα σημάδι
Και χορεύοντας στον κύκλο της να δω
πως μου έκαψες του χρόνου την απάτη
Και ό,τι σκότωσα θα ζήσει σαν σκιά
Απ του χρόνου τη φθορά έχει γλιτώσει
Αλητεύει ως τα άγρια χαράματα
στην αδάμαστη ροή της σάπιας πόλης
Και ότι μου έμεινε είναι μια χούφτα όνειρα
πετραδάκια που ξωπίσω μου θα αφήσω
Για να μην χαθώ ένα άγριο χάραμα
όταν τα νεκρά μου θέλω ακολουθήσω
Και αν στο χάσιμο ζητάω επιστροφή
είναι για να μην τελειώνουν τα ταξίδια
Είναι για να μην τελειώνει κ ζωή
και στο πάθος να ζητάει την αλήθεια