Τα πολυβόλα σωπάσαν
Οι πόλεις αδειάσαν και κλείσαν
Ένας βοριάς παγωμένος
Σαρώνει την έρημη γη
Στρατιώτες έρχονται
Πάνε, ρωτάνε γιατί πολεμήσαν
Κι εσύ ησυχάζεις
Το δάχτυλο βάζεις
Να βρεις την πληγή
Μη με ρωτάς, δε θυμάμαι
Μη με ρωτάς, μη με ρωτάς, μη με ρωτάς
Μη με κοιτάς, σε φοβάμαι
μη με κοιτάς, μη με ρωτάς, μη με ρωτάς
Στην πολιτεία βραδιάζει
Το χιόνι τις στέγες σκεπάζει
Ένα καμιόνι φορτώνει
Και κόβει στα δυο τη σιγή
Περιπολία στους δρόμους
Και κάποια φωνή που διατάζει
Κι εσύ ησυχάζεις
Το δάχτυλο βάζεις
Να βρεις την πληγή
Μη με ρωτάς, δε θυμάμαι
Μη με ρωτάς, μη με ρωτάς, μη με ρωτάς
Μη με κοιτάς, σε φοβάμαι
Μη με κοιτάς, μη με ρωτάς, μη με ρωτάς