Μου 'πε, μάνα, θα 'ρχεται
και πέρασαν τα βράδια
Δέντρα φύλλα να 'χετε
να παίρνει ο αγέρας χάδια.
Τρένο που τρέχεις γρήγορο
απ' τον καπνό σου κέρνα
και μ' ένα μαύρο σίδερο
τα σωθικά μου πέρνα.
Μαύρο χιόνι χιόνισε
και πείνασαν οι πόνοι
βγες καρδιά κανόνισε
να χτυπηθούμε μόνοι.
Μ' ένα τρένο γρήγορο
την αγάπη μου έχασα
κόσμε του Άδη σύνορο
να θυμάμαι ξέχασα.
Κλείσε πόρτα κλείδωσε
κι ο Θεός ν' ακούει
μια καρδιά που πλήγωσε
κι άλλον υπακούει.
Μ' ένα μαύρο σύννεφο
το φεγγάρι μου έχασα
κόσμε του Άδη σύνορο
να θυμάμαι ξέχασα.
Λουλουδάκι μου άγριο
και χρυσό πουκάμισο
πώς θα πέσουμε αύριο
στου καημού την άβυσσο
Μ' ένα μαύρο σίδερο
τον καθρέφτη μου έσπασα
κόσμε του Άδη σύνορο
να θυμάμαι ξέχασα.