Η Μάρθα μου τηλεφώνησε στις έξι ώρα Ισπανίας
μόνο για να μιλήσουμε, απλώς ένιωθε μόνη
γιατί ο Σέβας είχε φύγει
πίσω στο Μπουένος Άιρες.
Τέλειωσαν τα λεφτά
και δεν υπάρχει πια θέση για κανέναν.
Πού ξεκινάει και που θα καταλήξει
η μοίρα που μας ενώνει
και θα μας χωρίζει;
Εγώ είμαι μόνη στο ξενοδοχείο,
βλέπω να ξημερώνει.
Το Σαντιάγο (της Χιλής)
ξυπνάει ανάμεσα στα βουνά.
Παίζει κιθάρα στο 304 ο Αγκίρε,
ένας άτακτος γάτος
που ψιλοερωτεύεται
την δεσποινίδα Ροκ Εντ Ρολ,
αν και δεν το έχει ομολογήσει.
Το ξέρω όμως εγώ.
Είναι οι φίλοι μου.
Στο δρόμο περνούσαμε τις ώρες
Είναι οι φίλοι μου
πάνω απ΄όλα.
Ο Kάρλος μου είπε
ότι την αδερφή του την Ιζαμπέλ
την απέλυσαν από τη δουλειά
χωρίς να ξέρει το γιατί.
Ούτε καν ένα ευχαριστώ
γιατί δούλευε χωρίς συμβόλαιο.
Το ίδιο απόγευμα πήγαμε να το γιορτάσουμε:
«Δε θα χρειαστεί να ανεχτείς
το αφεντικό σου το ηλίθιο
ούτε ένα λεπτό»
Είναι οι φίλοι μου.
Στο δρόμο περνούσαμε τις ώρες
Είναι οι φίλοι μου
πάνω απ΄όλα.
Η Λίδια πήγε κι εγκαταστάθηκε στη Βαρκελώνη
και σήμερα μου ήρθε στο μυαλό.
Η Κλαούδια έκανε παιδί,
και για τον Γκίγιε και τους υπόλοιπους
δεν ξέρω τίποτα πια.
Είναι οι φίλοι μου.
Στο δρόμο περνούσαμε τις ώρες
Είναι οι φίλοι μου
πάνω απ΄όλα.
Είναι οι φίλοι μου.
Στο δρόμο περνούσαμε τις ώρες
Είναι οι φίλοι μου
πάνω απ΄όλα.
Είναι οι φίλοι μου