Μάγισσα, τσιγγάνα απ’ τη Βαγδάτη,
μάγια να μου πεις για την αγάπη,
ξημερώνω στης Αθήνας τα δρομάκια σαν τρελός
και με βλέπουν πάντα οι περαστικοί,
ο αλήτης λένε, νάτος, ο φτωχός.
Κάνε, μάγισσα, ν’ αποφασίσει,
τον φτωχό αλήτη ν’αγαπήσει,
‘γω δε φταίω κι αν γεννήθηκα φτωχός μεσ’στο ντουνιά
κι αν θα την παντρέψουν μ’ έναν πλούσιο,
του αλήτη θα ματώσει η καρδιά.