Πλέον άφησα τον δρόμο
μπαίνω σιγά σιγά στην πόλη
και η βροχή συνεχίζει
κι η αμφιβολία μου αυξάνεται περισσότερο.
Η πόλη είναι έρημη
δε βλέπω παρά μόνο σκιές
νύχτα στενάχωρη, νυχτά μακριά (διαρκεί πολύ)
και στην ψυχή μοναξιά.
Έχω όρεξη να σε συναντήσω
φοβάμαι να φτάσω
μην έχεις άλλη ζωή
μήπως δε με αγαπάς/θέλεις πια.
Τα φανάρια με ζαλίζουν
με το να σταματάω και να επιταχύνω
Κι αυτό το άγχος που με σκοτώνει
και που θα με κάνει να χάσω το μυαλό μου.
Στην πόρτα του σπιτιού σου
κάποιος μου λέει ότι δεν είσαι (εκεί)
ότι έχεις φύγει και ότι δν έχεις επιστρέψει
και ότι δεν σε έχουν δει πια.
Νιώθω τόση ζήλια που με πληγώνει
που δεν μπορώ να τη συγκρατήσω
και λύσσα που σ' αγαπάω
με τέτοιο παράλογο τρόπο.
Θέλω να τρέξω
Θέλω να μάθω/ξέρω για σένα
Αν με σκέφτεσαι
Ξανά στο δρόμο
η τρομερή μοναξιά
Το να μιλάω με την ησυχία
Να μην έχω με ποιον να μιλήσω.
Ξανά η ταχυκαρδία
Ξανά η αρρώστια μου
Η τρέλα του να σε ψάχνω
όταν ξέρω ότι μου κάνει κακό.
Αυτή η όρεξη να συγκρουστώ
να τρέξω, να επιταχύνω
Κι αυτή η γραμμή η τόσο στενή
που χωρίζει το υπερπέραν (τον άλλο κόσμο)
Ξανά ο δρόμος
Ξανά η μοναξιά
Η τρέλα του να σε ψάχνω
Ξανά η αρρώστια μου