Πέθανα με άλλους εκατό,
πέθανα αν και ήμουν μικρό παιδί:
περνώντας μέσα από το φουγάρο (του κρεματόριου)
και τώρα είμαι μες στον άνεμο.
Στο Άουσβιτς είχε χιόνι:
ο καπνός ανέβαινε αργά
μες στην κρύα χειμωνιάτικη μέρα
και τώρα είμαι μες στον άνεμο.
Στο Άουσβιτς υπήρχαν πολλοί άνθρωποι,
αλλά μόνο μία μεγάλη σιωπή•
είναι περίεργο: δεν καταφέρνω ακόμη
να χαμογελάσω εδώ, μες στον άνεμο.
Ρωτώ, πώς μπορεί ο άνθρωπος
να σκοτώνει τον αδελφό του,
κι όμως είμαστε εκατομμύρια
σαν σκόνη εδώ, μες στον άνεμο.
Κι ακόμη βροντά το κανόνι,
κι ακόμη δε χόρτασε
από αίμα το ανθρώπινο κτήνος,
κι ακόμη μας σέρνει ο άνεμος.
Ρωτώ, πότε θα γίνει
να μπορέσει να μάθει ο άνθρωπος
να ζει χωρίς να σκοτώνει,
και ο άνεμος να καταλαγιάσει...
Ρωτώ, πότε θα γίνει
να μπορέσει να μάθει ο άνθρωπος
να ζει χωρίς να σκοτώνει,
κι ο άνεμος να καταλαγιάσει...
Κι ο άνεμος να καταλαγιάσει...