Χτες στ' όνειρό μου είδα πως μ' αναζητούσες,
όταν εσύ στη Σαλονίκη τραγουδούσες,
Ξύπνησα πέντε το πρωί
και με κομμένη αναπνοή
σου τηλεφώνησα, μα έλειπες εσύ.
Έξω η νύχτα ήταν μαύρη σαν κατράμι
ούτ' ένα άστρο δεν φαινόταν απ' το τζάμι.
Τ' όνειρο σκέφτομαι ξανά
ανησυχώ και με πονά
μα εσύ δεν είσαι δεν υπάρχεις πουθενά.
Ξημερώνει και λείπεις ακόμα
τ' όνομά σου μου καίει το στόμα.
Πού γυρνάς και ποιος ξέρει πού να 'σαι,
σε ποια ξένη αγκαλιά να κοιμάσαι.
Η υποψία το μυαλό στα δυο χωρίζει
του έρωτά σου το φαρμάκι ξεχειλίζει,
απελπισμένα σε ζητώ
σ' ένα τρελό κυνηγητό.
Αχ! μόνο στ' όνομα έχεις κάτι απ' το Χριστό.
Όσα αγάπησα σε σένα με πληγώνουν
πάντα κρατούσες μυστικά που με σκοτώνουν.
Παίρνω τηλέφωνο ξανά,
"πού είσαι" μου λες, μα ειλικρινά
τώρα για σένανε δεν θα 'μαι πουθενά.
Ξημερώνει και λείπεις ακόμα
τ' όνομά σου μου καίει το στόμα.
Πού γυρνάς και ποιος ξέρει πού να 'σαι,
σε ποια ξένη αγκαλιά να κοιμάσαι.
Έχει νυχτώσει, έχω πιεί και είμαι λιώμα,
ο εγωισμός μου έχει φτάσει ως το χώμα.
Κι όπως η σκέψη ακολουθεί
του χωρισμού τη διαδρομή,
κάνω προσπάθεια να μάθω το γιατί.