Κρύβαμε την αγάπη μας
στη χούφτα του καλοκαιριού
κι απλώναμε το όνειρο
στον ήλιο το μεσημεριού.
Κι ήρθαν και χτύπησαν την πόρτα
πικροί και δίσεχτοι καιροί
κι ένας αγέρας παγωμένος
τη φλόγα πήρ’ απ’ το κερί.
Δέναμε την αγάπη μας
στη φεγγαρήσια την κλωστή
κι οργώναμε τα πέλαγα
με της καρδιάς την κουπαστή.