Για του άγνωστου τους χάρτες τα άγνωστα νερά
οι χαμένες μας αγάπες πάντα ανοίγουν πανιά
μεσ’ σε κύματα αφρισμένα σ’ άλλες αγκαλιές
σαν καράβια μοιάζουν ξένα με σημαίες λευκές
Με το βλέμμα μου στο μαύρο με σβηστό το φως
προσπαθώ να καταλάβω, πώς καρδούλα μου, πως
τόσα όνειρα δεμένα μ’ άγκυρες γερά
γίναν πια για μένα ξένα, πότε ανοίξαν πανιά
Θα `θελα τώρα τα χέρια να σφίξω
να γίνει λίμνη η αγκαλιά μου, κλειστή
αν πεις πως φεύγεις, εγώ να σ’ αφήσω
μα να μη βρίσκεις μια έξοδο εσύ
να πάψω να μαι το αιώνιο λιμάνι
στο πήγαινέλα του κόσμου ανοιχτό
και κάθε αγάπη σαν ξένο καράβι
απ’ τη ζωή μου να αποχαιρετώ
Για του άγνωστου τους χάρτες τα άγνωστα νερά
οι δικές μου αγάπες πάντα ανοίγαν πανιά
μα έχω ανάγκη στη ζωή μου χώμα σταθερό
δε θα αντέξει πια η ψυχή μου άλλο χωρισμό