Όπως τα κύματα της θάλασσας, όπως τα κύματα της θάλασσας
χορεύει το πλήθος όταν παίζω το βιολί μου
Ο ξάδερφος μου είναι ιερέας στο Κλιβαρνετ*,
ο αδερφός μου είναι ιερέας στο Μοκαραμπούιε*
Αλλά εγώ έκανα περισσότερα από τον αδερφό και τον ξαδερφό μου,
διαβάζουν στα βιβλία των προσευχών,
εγώ διαβάζω στα βιβλία μου των τραγουδιών
που αγόρασα στη λαϊκή του Σλίγκο*.
Όταν στο τέλος των καιρών
εμείς θα παρουσιαζόμαστε στον Πέτρο**
θα πηγαίνουμε σε εκείνον που θα κάθεται μεγαλοπρεπώς
τότε εκείνος θα χαμογελά στα τρία παλιά μας πνεύματα,
αλλά θα με καλεί πρώτο πέρα από την πύλη.
Γιατί πάντα χαρούμενοι είναι οι καλοί,
εκτός από την κακή μου μοίρα,
και το πλήθος χαρούμενο αγαπά το βιολί,
το πλήθος χαρούμενο αγαπά να χορεύει.
Όταν με βλέπουν να φτάνω,
τρέχουν σε εμένα όλοι φωνάζοντας
"Νάτος ο βιολιστής του Ντούνεΐ*!"
Έρχονται να χορέψουν όπως τα κύματα της θάλασσας.