Η μοναξιά είναι σαν τη βροχή.
Από τη θάλασσα προς τα βράδια ανεβαίνει·
από τους κάμπους που μακρινοί είναι και χαμένοι
πάει προς τον ουρανό όπου πάντα κατοικεί
κι από τον ουρανό, πέφτει στην πόλη, σαν βροχή.
Μες στις αβέβαιες ώρες, προς το πρωί
όταν οι δρόμοι όλοι στο σπίτι σε γυρίζουν,
κι όταν τα σώματα, που δε βρήκαν τίποτα, χωρίζουν
θλιμμένα κι απογοητευμένα·
κι ακόμη όταν οι άνθρωποι, που ο ένας τον άλλον μισούνε,
πρέπει, στο ίδιο κρεβάτι, κι οι δυο, να κοιμηθούνε:
πάει, τότε, η μοναξιά, όπου παν κι οι ποταμοί...