Γράψαμε ένα προοίμιο
Για το δικό μας παραμύθι
Και αγοράσαμε ένα αλεξίπτωτο
Από το παζάρι της εκκλησίας
Και με μία απλή ραπτομηχανή
Και μίλια κλωστής
Ράψαμε την μέρα πάνω από το Λος Άτζελες
Στο χρώμα του ναυτικό και στο κόκκινο
Περιπλανηθήκαμε σε μία πίστα αγώνων
Ανάμεσα στις καρέκλες της κουζίνας της μαμάς σου
Και καταπολεμήσαμε τις σκιές
Κάτω στην σκοτεινή σκάλα του υπογείου σου
Άναψα ένα σπίρτο, και το άφησα να πάρει φωτιά
Για να φωτίσει το δωμάτιο
Και μετά φώναξες όπως θαυμάσαμε
Ένα παλιό καφετί αερόστατο
Θα έχω χάσει το μυαλό μου
Κι εσένα θα σου έχουν τελειώσει οι ιδέες σύντομα
Οπότε ας περάσουμε το απόγευμα
Σ'ενα κρύο αερόστατο
Άφησε την ζακέτα σου
Σκύψε κιι ακούμπησε τις κορυφές των δέντρων πάνω από την πόλη
Ανυπομονώ να φιλήσω το έδαφος
Όποτε προσγειωθούμε
Ήπιαμε τις Μεγάλες Λίμνες*
Σαν να ήταν παγωμένη λεμονάδα
Και είχαμε και οι δύο στομαχόπονο
Πεσμένοι στην σκιά
Και αφού βαριώσουν μέχρι θανάτου, κράτησε την αναπνοή σου
Και εγώ προσπάθησα να μην χασμουρηθώ
Έκανες την κακή μου διάθεση να γυρίσει ανάποδα
Και τώρα όλες οι έγνοιές μου έχουν φύγει
Θα έχω χάσει το μυαλό μου
Κι εσένα θα σου έχουν τελειώσει οι ιδέες σύντομα
Οπότε ας περάσουμε το απόγευμα
Σ'ενα κρύο αερόστατο
Άφησε την ζακέτα σου
Σκύψε κιι ακούμπησε τις κορυφές των δέντρων πάνω από την πόλη
Ανυπομονώ να φιλήσω το έδαφος
Όποτε προσγειωθούμε
Θα έχω χάσει το μυαλό μου
Κι εσένα θα σου έχουν τελειώσει οι ιδέες σύντομα
Οπότε ας περάσουμε το απόγευμα
Σ'ενα κρύο αερόστατο
Άφησε την ζακέτα σου
Σκύψε κιι ακούμπησε τις κορυφές των δέντρων πάνω από την πόλη
Ανυπομονώ να φιλήσω το έδαφος
Όποτε προσγειωθούμε