Βραδινό μινουέτο [1] στο κάστρο δίπλα στη θάλασσα
Ένα κόσμημα πιο λαμπερό από το φεγγάρι
Χαμήλωσε το προσωπείο του προς εμένα.
Το πιο μεγαλειώδες πλάσμα των Θεών, γεμάτο από φωτιά
Θα εντυπωσίαζε όταν θα γινόταν η Βασίλισσά τους
Εμπλουτίζοντας τον αέρα με την ευωδιαστή Της επιθυμία
Και η καρδιά μου παρέπαιε με επιτάφια ποίηση.
Την ερωτεύτηκα εξαιτίας της χάρης Της
Άρωμα και δόλωμα για αιλουροειδή
Και γαλαζοπράσινα μάτια των δασών που συνόδευαν τους ακάθαρτους.
“Ερωτικές, πλήρεις φαντασιώσεις σε αυτή τη ζεστή, φθινοπωρινή βραδιά
Με παρέσυρε μακριά με την πλούσια αμφίεσή της
Και μαζί σφιχταγκαλιαζόμασταν στο αιματοχυμένο φεγγαρόφωτο”.
Μαργαριταρένια Σελήνη, τι ξόρκι μου έριξες;
Το παγωμένο της φιλί έκαιγε το λαιμό μου
Σαν σιγανά κύματα στην όχθη του Αχέροντα. [2]
Σε μία δίνη γλυκών φωνών και αγαλμάτων
Που δημιουργούσαν πνεύματα πάνω στα δέντρα που πεθαίναν
Αυτή η ακόλαστη πλανεύτρα στα μαύρα, με πήρε…
Σε μια χλωμή, κυανή αυγή, σαν αναγεννημένη Λιγεία [3]
Απελευθερώθηκα από τον ύπνο μου – στον τάφο.
Στο γρασίδι, που ήταν καλυμμένο από τη θαλασσινή ομίχλη,
Οι ξεχασμένες πέτρινες φιγούρες θρηνούσαν το φάντασμά Της.
Μπερδεμένος και αδύναμος, αλλά, παρόλα αυτά, γεμάτος με πάθος
Πεινούσα για τις παλιές σονάτες
Η κατάρα της αναστάτωσης και το φλογερό της χάδι
Ήταν πολύ περισσότερα από όσα μπορούσε να αντέξει η καρδιά μου.
Εγώ, κατευθείαν, προσπάθησα να Την δω ξανά
Εμπνευσμένος από τη νωθρότητα της νύχτας
Μη γνωρίζοντας καν το όνομά της.
Στο χείλος του γκρεμού πάνω από μια σαρκική άβυσσο
Χόρεψα σαν τυφλός ακόλουθος
Μεθυσμένος από κόκκινο κρασί, τα νεκρά της χείλη πάνω στα δικά μου
Καλυμμένος από το άρωμα της νύχτας.
Για ώρες χτένισα τους γύρω τόπους
Μάταια, μήπως συναντηθούμε
Αλλά όταν ξέσπασε η καταιγίδα, κάτωχρος, εξουθενωμένος
Αναζήτησα καταφύγιο σε ένα κοιμητήριο.
Ο ύπνος, συνοδευόμενος από όνειρα,
Που μολύνθηκαν από εφιάλτες από τον ανήλιαγο υποχθόνιο.
Ερωμένη του σκότους
Τώρα ξέρω τι είσαι.
Κραυγές στοίχειωσαν τον ύπνο μου
Συρμένες από εφιάλτες που είχες παντρέψει μεταξύ τους.
Η Λάμια και οι Λεμούριοι
Σου δώσαν γάλα
Για να παγιδεύσεις τη σάρκα μου.
Το πορτρέτο της Νεκρής Κόμησσας.
Πόνος που στιγματίζει βαθιά και που έχω ονειρευτεί
Μοστραρισμένος θάνατος, η τιμωρία της ζωής
Αφήνει ελάχιστη δύναμη για να σφραγίσω αυτό τον οικτρό τάφο
Αλλά ήρεμο νέκταρ ανακατεύει μέσα μου
Την πυρετώδη επιθυμία και το νοσηρό σκοπό να την αναζητήσω
Μέσα από αραχνιασμένους ιστούς, οπού εκείνη είναι λιπόθυμη
Θεότητα του νεκροταφείου, της καταιγίδας και του φεγγαριού
Η αψεγάδιαστη, μοιραία ομορφιά που επιβάλλεται από το πρόσωπό της
Κλεφτές ματιές ενός παραδείσου όπου παρέες φαντασμάτων κατέληξαν
Να θρηνούν την απώλεια ενός θεού σε κατάμαυρο βελούδο
Σαβανωμένοι στην πτώση τους σαν μια γοργή σιλουέτα.
“Φευγαλέα, σε σκιές,
Είσαι εις γνώση της αμαρτίας μου
Νεκρά μυστικά, θα προκαλούσες πόνο
Με το βίαιο φως της ημέρας πάνω στο δέρμα μου;
Δεν θες να με λατρέψεις
Με πορφυρή θυσία
Ώστε το μουνί μου ίσως συσπαστεί λόγω του φιλιού σου
Και κλάψει εξαιτίας της νεοανακαλυφθείσας ζωής;”
Κόκκινα τριαντάφυλλα για την Πόρνη του Διαβόλου
Σκοτεινοί άγγελοι γεύονται τα δάκρυά μου
Και ψιθυρίζουν ρεκιβιεμ που στοιχειώνουν
Απαλά στα αυτιά μου
Φωτιές [6] δελεάζουν τα βδελύγματα εδώ…
Νυχτερινός παλμός
Οι φλέβες μου χύνουν το αίμα τους
Ξεσκισμένες από τα χείλη που λαχταρώ περισσότερο
Ξεβρασμένος στις ύπουλες ακτές της
Όπου τα σκοτάδια πνίγονται πάνω από τα αστέρια
Εβένινοι τάφοι όπου εραστές εκδίδονται
Σαν τα Σεραφείμ και τα Ναεμαχ. [7]
“Ναεμαχ”
Ξερίζωσε τα μάτια μου, βιάσου, βεβαιώσου
Είμαι τυφλός στη λογική εξαιτίας σου, Πλανεύτρα
Γιατί πρέπει να ξέρω, δεν είσαι ο θάνατος;
Η καρδιά μου αντιλαλεί χωρίς αίμα και εξαγριωμένη [8]
Ο πειρασμός περιφέρεται τη νύχτα για να ξεφαντώσει σε αιδοία
Δεν ήρθε η Βασίλισσα του Παραδείσου σαν Διάβολος σε μένα;
Εκείνη την παραμονή της Άγιας Μέρας που δραπετεύσαμε μαζι
Καθώς η μουσική μας συνόδευε στα ξερά, πεσμένα φύλλα
Υπό την κερασοφόρα Άρτεμη όπου η καταγωγή της είχε υφανθεί
Σε ένα νεκροταφείο Αγγέλων γραμμένο πάνω σε ψυχρές, μαρμάρινες πλάκες
Θρηνώ για την απώλεια της ζωής σε σκοτεινό βελούδο
Σαβανωμένος με τη σκιά του Θανάτου σαν μια πιο γοργή σιλουέτα.