Γεια σου μάγκα, είμαι εγώ γυναίκα
και ανήκω σ’ ένα φύλο που το λέτε ασθενές,
ντελικάτη, πιο λεπτή και αδύναμη
από κάθε αρσενικό που τριγυρνά στο καφενέ.
Ο καλός Θεούλης με λυπήθηκε
και μου ‘δωσε ένα όπλο που με κάνει δυνατή.
Μου ‘πε «μη φοβάσαι εσύ κορίτσι μου
τον άντρα θα τον έχεις πάντα σε υποταγή».
Μπαμ και κάτω, σ’ έριξα στα δίχτυα μου
και μ’ ένα κοίταγμά μου σου θολώνω τη ματιά.
Μπαμ και μέσ’ απ’ τα όνειρά σου τρύπωσα
και κούνια που σε κούναγε γιατί είμαι εγώ Θεά.
Μπαμ και κάτω, μ’ έριξες στα δίχτυα σου
και μ’ ένα κοίταγμά σου μου θολώνεις τη ματιά.
Femme fatale στα όνειρά μου τρύπωσες
και κούνια που με κούναγε γιατί είσαι εσύ Θεά.
Κι όλο εσύ να μου μιλάς, γεμάτος πάθος να κοιτάς
σα γλυκός, πιστός φρουρός ξανά μ’ ακολουθάς.
Μπαμ και πάλι το μυαλό σου κόλλησε
στα μάγια που σου έκανε η δική μου τσαχπινιά.
Μπαμ και κάτω έπεσες αγόρι μου
και το ασθενές το φύλο σου σκλαβώνει την καρδιά.
Κι όλο εγώ να σου μιλώ, γεμάτος πάθος να κοιτώ
σα γλυκός, πιστός φρουρός ξανά σ’ ακολουθώ.
Και μπαμ και κάτω πέσατε στα δίχτυα μου
και μ’ ένα κούνημά μου σας ταράζω τα νερά.
Femme fatale στα όνειρά σας τρύπωσα
και ζήτω που καήκατε γιατί είμαι εγώ Θεά.
Μπαμ και πάλι το μυαλό σας κόλλησε
στα μάγια που σας έκανε η δική μου τσαχπινιά.
Μπαμ ρε μάγκες όλοι σας την πάθατε
γιατί είμαι εγώ γυναίκα που τους άντρες κυβερνά,
γιατί είμαι εγώ γυναίκα που τους άντρες κυβερνά.