Κάποτε ήταν ένας άνθρωπος που έχανε επαφή με την πραγματικότητα.
Θεωρούσε πως τίποτα δεν μπορούσε να τον επηρεάσει,
όμως πού και πού, ακολουθείται μια αλλότρια ιστορία,
σαν ένα καλαμάκι το οποίο αυτός σκαλίζει.
Γιατί ο ήλιος έχει ντυθεί στα γκρίζα,
σκληρός στην όψη και με άγριες διαθέσεις εις βάρος μου ;
Και για ποιον λόγο η ζωή μου έχει αποξενωθεί ;
Διεσπαρμένος από την απαξίωσή μου, γνωρίζω πως τελείωσε το έργο...
...επειδή πέφτω κάτω
με τους ανθρώπους γύρω μου να παρίστανται.
Όμως, πριν προσκρούσω στο έδαφος,
μου απομένει χρόνος ; Θα γινόταν να εύρω
κάποιον άνθρωπο εκεί έξω να με βοηθήσει ;
Μια κραυγή στον άνεμο που διέρχεται γοργά από το μοναχικό κεφάλι μου εγκλωβίστηκε μέσα στην ίδια την αντίληψή της.
Αχ, πώς εύχομαι να συνέβαινε τουναντίον αυτό σε άλλον,
ο βρυχηθμός προς όλη αυτή την διάβρωση.
Γιατί στέρεψε η τύχη,
να με περιγελάσει, να ευχαριστηθεί που με εγκατέλειψε ;
Και για ποιον λόγο φεύγουν οι άγριες μπηχτές,
όταν πλέον δεν μπορεί να με βλάψει η απαξίωση ;
Επειδή πέφτω κάτω
με τους ανθρώπους γύρω μου να παρίστανται.
Όμως, πριν προσκρούσω στο έδαφος,
μου απομένει χρόνος ; Θα γινόταν να εύρω
κάποιον άνθρωπο εκεί έξω να με βοηθήσει ;
Όπως βλέπεις, εγώ πέφτω κάτω
με ανθρώπους γύρω μου να παρίστανται.
Όμως, πριν προσκρούσω στο έδαφος,
μου απομένει χρόνος ; Θα γινόταν να εύρω
κάποιον άνθρωπο εκεί έξω να με βοηθήσει ;
Ωωωωω....
Ααα, ααα, ααα....
Επειδή πέφτω κάτω
με τους ανθρώπους γύρω μου να παρίστανται.
Όμως, πριν προσκρούσω στο έδαφος,
μου απομένει χρόνος ; Θα γινόταν να εύρω
κάποιον άνθρωπο εκεί έξω να με βοηθήσει ;
Όπως βλέπεις, εγώ πέφτω κάτω
με ανθρώπους γύρω μου να παρίστανται.
Όμως, πριν προσκρούσω στο έδαφος,
μου απομένει χρόνος ; Θα γινόταν να εύρω
κάποιον άνθρωπο εκεί έξω να με βοηθήσει ;
Δεν ξέρω. Μπορώ να φύγω ; [Χ2]