Ο Αγρότης Έμμερικ μπήκε στον σταύλο του
Και βρήκε μια αγελάδα να θηλάζει ένα ερπετό
Κι έναν καστανό πίθηκο να κροταλίζει μια βαριά αλυσίδα
Είπε ο Αγρότης Έμμεριχ στον πίθηκο
Ποτέ μη μου ζητήσεις να ξαναμπείς σε ετούτον εδώ το σταύλο
Έχε γειά
Στο καλό
Έχε γειά
Ο Αγρότης Έμμερικ έπιασε το ερπετό
Μαζί με τον καστανό πίθηκο μέσα σε ένα κλουβί
Και τα πήρε μέσα στο σπίτι του
Τάισε το ερπετό έναν κάδο γάλα
Κι όταν ο πίθηκος ταρακούνησε την αλυσίδα του
Του πέταξε ένα ποντίκι
Έχε γειά
Αντίο
Στο καλό
Οι χωρικοί ανακάλυψαν πως ο Αγρότης Έμμερικ
Aνέτρεφε ένα ερπετό
Και κατηφόρισαν μέχρι το αγρόκτημά του
Τελείως λυσσασμένοι μέσα στην άγνοιά1 τους
Έσυραν έξω το φίδι
Και το μακέλεψαν ανοίγοντάς το διάπλατα με ένα τσεκούρι
Και το χώμα έγινε μούσκεμα
Από το γάλα της ανθρώπινης καλοσύνης
Έχε γειά
Στο καλό
Έχε γειά
Μα ο καστανός πίθηκος δραπέτευσε
Κι ακούστηκε να περιπλανιέται στα βοσκοτόπια
Κροταλίζοντας τη βαριά του αλυσίδα
Κάτω στη κοιλάδα τραγούδησε στον φίλο του
Τον οποίο δεν θα αντίκρυζε ποτέ ξανά
1. Ακριβής μετάφραση:Μέσα στη τύφλωσή τους.