Για να καβαλήσουν τη θύελλα, προς μια αυτοκρατορία των σύννεφων.
Για να καβαλήσουν τη θύελλα, αυτοί άντεξαν το λαμπρό παρελθόν τους.
Για να καβαλήσουν τη θύελλα, προς ένα ανατέλλον βασίλειο.
Για να καβαλήσουν τη θύελλα και να μεταβιβάσουν στη λήθη τα υπόλοιπα.
Ευγενής καταγωγή και μπεσαλίδες, μπράντι και τσιγάρα.
Σχετικοί ουράνιοι γίγαντες, τους κρατάς στα χέρια τους.
Στην εκατομμυριοστή, γέλασαν για να καταστρέψουν τα έργα του μεγαλειότατου.
Λένε "Εμπρός, μαγικό χαλί. Πήγαινε στην Ινδία." μια μοιραία μέρα του Οκτώβρη.
Ομίχλη επί των δένδρων, η πέτρα μουλιάζει με τους λίθους.
Το πρωινό ηλιοβασίλεμα σε αποχρώσεις κόκκινου και μπλε
κρεμιέται από μια κλωστή και αναμένει εντολές
η βασιλική ναυαρχίς, το ρ101.
Είναι το μεγαλύτερο τεχνητό σκάφος, ένας ουράνιος γίγας.
Για εσάς τους άπιστους, και ο Τιτανικός μπαίνει μέσα.
Τυμπανοκρουσία, με λιναρό δέρμα ηλιοστόλιστο.
Ποτέ δε γεύτηκε την οργή με έναν προσδοκώμενο κτύπο.
Η οργή που αργεί να φθάσει...
Στην συγκεντρωτική άνθιση, μια θύελλα επέρχεται προς Δυσμάς, την οποία πρώτος ο πηδαλιούχος αγνάντευσε.
Πρέπει να φύγουμε τώρα, να δοκιμάσουμε την τύχη μας.
Πρέπει να φύγουμε τώρα, δεν δέχονται οι πολιτικοί μας να αργήσουμε.
Το πλήρωμα του αεροσκάφους πανέτοιμο επί 30 ώρες,
όμως το έχει στο αίμα του και το γνωρίζει έξω και μέσα.
Ποτέ δεν πέταξε τάχιστα, μια δοκιμή που ουδέποτε έγινε.
Ένα εύθραυστο κάλυμμα, η υποψήφια Αχίλλειος πτέρνα της.
Η υποψήφια Αχίλλειος πτέρνα της.
Αεροναύτες, ένα σκληροτράχηλο δημιούργημα,
πιστοί στον βασιλέα και ένα απόλυτο αεροσκάφος.
Οι μηχανές κραυγάζουν, ο τηλέγραφος βογγά,
βγάλτε τα σχοινιά που μας δεσμεύουν με το έδαφος.
Ο πηδαλιούχος: "Μα, είναι βαρύ, δεν θα το πετύχει καν."
Ο πλοίαρχος: "Ανάθεμα το εμπόρευμα ! Απόψε θα φθάσουμε στο τέρμα."
Οι ναύτες πανηγυρίζουν απορούντες καθώς το σκάφος άρχισε να ξεπροβάλλει
βαπτισμένο στην πλώρη και στην πρύμνη του.
Τώρα, μπαίνει στο χρονοντούλαπο...
Αισθάνεσαι τον άνεμο να φυσά επάνω σου,
τον αισθάνεσαι τη στιγμή που συμπορεύεσαι με αυτόν.
Βλέπεις το παραπόταμο από κάτω σου
να μειώνεται περαιτέρω όσο περνά η νύχτα.
Φώτα περνάνε από κάτω.
Η Βόρειος Γαλλία κοιμάται στα κρεβάτια της.
Η θύελλα οργίλη σε πλησιάζει
και λέγεται ότι μια στο εκατομμύριο να γλιτώσεις.
Ο Χάρων δίπλα σου παρίσταται,
ο άνεμος μέσα στο σκάφος διαπερνά τα κόκαλα,
και πρέπει να πάρεις μια απόφαση
αν πρέπει οι έμπειροι άνδρες να κοιμηθούν ες αεί.
Το κάλυμμα σχίζεται και το σκάφος πνίγεται,
βροχή πλημμυρίζει την πλώρη.
Το σκάφος, υποκύπτον στα τραύματα του, πέφτει.
Το εφεδρικό καύσιμο μειώνεται γοργότατα.
"Πέφτουμε, παίδες !" Φωνάζει κάποιος στην ουράνια πτώση.
Τρεις χιλιάδες ίπποι σιωπούν καθώς αρχίζει ο θάνατος.
Οι συνοδευτικές φωτοβολίδες του εν τέλει άναψαν.
Ο αυτοκράτωρ τον ουρανών αποτεφρώνεται ιστορικά,
έτσι απλά αποτεφρώνεται....
Ενθάδε κείνται τα όνειρα,
επί του εδάφους όπου πλάσθηκαν μαζί με τις μηχανές τους.
Σελήνη και άστρα, μα τι κάναμε μόλις τώρα ;
Οι ονειροπόλοι αποβιώνουν, αλλά τα όνειρα συνεχίζονται.
Τα όνειρα συνεχίζονται,
τα όνειρα συνεχίζονται.
Τώρα, μια σκιά στον λόφο, ο άγγελος της Ανατολής.
Αναπαυθήτω εν ειρήνη η αυτοκρατορία των σύννεφων.
Μαζί της σε ένα υπαίθριο νεκροταφείο προς τον άλλο κόσμο
και σαράντα οκτώ ψυχές, που ήλθαν για να φύγουν από τα εγκόσμια στη Γαλλία...