Είμαστε ψυχές που αμαρτήσανε
καρδιές που δε σκιρτήσανε
φιλιά που δε χαρήκαν τη φωτιά τους.
Ζαριές που όλα τα χάσανε
και τρένα που δε φτάσανε
παιδιά που δε γνωρίσαν τη μαμά τους.
Αθώοι που τους ρίξανε
τσιγάρα που πατήσανε
τραγούδια που δεν είπανε ακόμα.
Δώρα που τα δωρίσανε
και σπίτια που γκρεμίσανε
λουλούδια που τα σκέπασε το χώμα.
Είμαστε δέντρα που καιγόμαστε,
αστέρια που χανόμαστε,
ματιές που συναντιόνται από συνήθεια.
Είμαστε φώτα που τα σβήσανε
κορμιά που δεν τ’ αγγίξανε
φωνές που αποφεύγουν την αλήθεια.
Ποτά που δεν τα ήπιανε
και πόνος που δεν γλύκανε
μια τρύπα που δε κλείνει μες στο δρόμο.
Ζωή που δε τη ζήσανε
ποτάμι που βρομίσανε
παράνομοι με όπλο μας το νόμο.
Χέρια που δεν αγκάλιασαν
νερά που δεν καθάρισαν
φεγγάρι που δε φώτισε τη νύχτα.
Θεός που δε λατρεύτηκε
πληγή που δε γιατρεύτηκε
αγάπη που δεν είπε καληνύχτα.