Ποιος είν’ αυτός ο πειρασμός
που κάνει το σκοτάδι φως,
με παίζει με καμώματα
κι αλλάζω χίλια χρώματα.
Έρωτας εν όψει
σαν του ξυραφιού την κόψη,
στο κορμί της μπαίνω
και δεν ξέρω που πηγαίνω, που πηγαίνω.
Ποιος είν’ αυτός ο πειρασμός
άγιος και αμαρτωλός
που βάζει όπου βρει φωτιά
και ξεσηκώνει το ντουνιά.
Έρωτας εν όψει
σαν του ξυραφιού την κόψη,
στο κορμί της μπαίνω
και δεν ξέρω που πηγαίνω, που πηγαίνω.