Είχαμε καλή παρέα, είχαμε και μπαγλαμά
κι έπινα το πρόσωπό σου ίσαμε το χάραμα
δε μιλούσες, δε γελούσες, μοναχά ταξίδευες.
Πες μου μες σε τόσους άντρες τι χαμένο γύρευες;
Είχαμε καλή παρέα κι όλοι τραγουδούσαμε
κι ένα άλλο πεπρωμένο πόσο λαχταρούσαμε!
Κι άξαφνα πετάς τα ρούχα και η νύχτα φώτισε!
Αχ, γι’ αυτό το τσιφτετέλι ποιος θεός σε φώτισε;
Κι αφού χόρεψες λιγάκι, έφυγες ολόγυμνη
κι έσκυβαν και σε φιλούσαν χίλια άστρα κι ουρανοί.
Έτσι διάλυσ’ η παρέα, σώπασε κι ο μπαγλαμάς
κι ήρθε η μοναξιά να κάτσει στα πικρά τα μάτια μας.