Γύρισα στο σπίτι μου,
στις δυομιση και κάτι,
μα όσο κι αν προσπάθησα,
δεν μπορώ να κλείσω μάτι.
Πόσο υποφέρω,
που θα πάει πια δεν ξέρω,
θέλω να ξεχάσω,
μα όλο σ' αναφέρω.
Δυόμιση κι εγώ περιμένω,
τρεις κι ακόμα μόνος μου μένω,
όπως τόσα και τόσα βράδια,
που 'χεις φύγει και μένουν άδεια.
Δυόμιση κι εγώ περιμένω,
τρεις κι ακόμα μόνος μου μένω,
όπως τόσα και τόσα βράδια,
που 'χεις φύγει και μένουν άδεια.
Βούρκωσαν τα μάτια μου,
και κύλησε ένα δάκρυ,
ένιωσα το χάδι σου,
στου πρόσωπου την άκρη.
Γύρισα το βλέμμα μου,
κι όμως ήταν ψέμα,
όλα μ' έχουν φτάσει,
τώρα πια στο τέρμα.
Δυόμιση κι εγώ περιμένω,
τρεις κι ακόμα μόνος μου μένω,
όπως τόσα και τόσα βράδια,
που 'χεις φύγει και μένουν άδεια.
Δυόμιση κι εγώ περιμένω,
τρεις κι ακόμα μόνος μου μένω,
όπως τόσα και τόσα βράδια,
που 'χεις φύγει και μένουν άδεια.