Κρυώνω, ο δρόμος μου είναι άδειος,
αυτή η νύχτα είναι γκρίζα και κρύα και βαριά,
με κρατά γερά και δεν με αφήνει πια ελεύθερο1.
Είμαι φυλακισμένος1, δεν ξυπνώ
και τα τελευταία φώτα σβήνουν σε λίγο.
Με βλέπω να πέφτω, μα δεν τα παρατώ,
διότι αγαπώ αυτή τη ζωή,
αγαπώ τη στιγμή, κατά την οποία πέφτει κανείς,
αγαπώ αυτή τη ζωή,
αγαπώ αυτή τη μέρα,
αγαπώ αυτόν τον κόσμο.
Aγαπώ αυτή τη ζωή,
αγαπώ τη στιγμή, κατά την οποία πέφτει κανείς,
αγαπώ αυτή τη ζωή,
αγαπώ αυτή τη μέρα,
αγαπώ αυτόν τον κόσμο.
Πάρε μου τη δύναμη, πάρε μου τη καρδιά,
πάρε μου όλες τις ελπίδες κι όλο το πόνο
από το χέρι μου και μη μου τα ξαναδώσεις.
Τί να είναι τούτο,
που να πάω,
που πήγαν οι μεγάλοι μου ήρωες;
Ακόμα κι να φύγουμε,
δεν ξέρω προς τα πού.
Αγαπώ αυτή τη ζωή,
αγαπώ τη στιγμή, κατά την οποία πέφτει κανείς,
αγαπώ αυτή τη ζωή,
αγαπώ αυτή τη μέρα,
αγαπώ αυτόν τον κόσμο.
Αγαπώ αυτή τη ζωή,
αγαπώ τη στιγμή, κατά την οποία πέφτει κανείς,
αγαπώ αυτή τη ζωή,
αγαπώ αυτή τη μέρα,
αγαπώ αυτόν τον κόσμο.
...δεν ξέρω προς τα πού,
...ακόμα κι αν πάει
...αν πάει.
Αγαπώ αυτή τη ζωή,
αγαπώ τη στιγμή, κατά την οποία πέφτει κανείς,
αγαπώ αυτή τη ζωή,
αγαπώ αυτή τη μέρα,
αγαπώ αυτόν τον κόσμο.
Αγαπώ αυτή τη ζωή,
αγαπώ τη στιγμή, κατά την οποία πέφτει κανείς,
αγαπώ αυτή τη ζωή,
αγαπώ αυτή τη μέρα,
αγαπώ αυτόν τον κόσμο.