Πουλάνε επιστολές των κρεμάμενων,
βάφουν καφέ τα διαβατήρια.
Ο όμορφος διάλογος καταρρίπτεται από βωμολοχίες.
Το τσίρκο έφθασε,
καλώς τον τυφλό διοικητή
που τον έχουν σε καραντίνα.
Ένα χέρι είναι δεμένο σε ένα σχοινοβάτη,
το άλλο το έχει στη τσέπη του.
Και η μονάδα καταστολών δεν εφησυχάζεται,
χρειάζεται κάπου να πάει,
όσο η δεσποινίς και εγώ απόψε ατενίζουμε
από τη Γραμμή Απελπισίας.
Η Σταχτοπούτα δείχνει τόσο εύκολη
"Χρειάζεται κάποιος να μάθεις κάποιον", χαμογελά
και βάζει τα χέρια της στις κωλότσεπες της
σε φάση Bette Davis
και έρχεται ο Ρωμαίος, κραυγάζει:
"Πιστεύω πως ανήκεις σε μένα."
και κάποιος λέει: "Σε λάθος μέρος είσαι, ντε,
καλύτερα να φύγεις".
Και ο μόνος ήχος που μένει,
μετά την έξοδο των ασθενοφόρων,
είναι το βούρκωμα της Σταχτοπούτας
στη Γραμμή Απελπισίας.
Τώρα η Σελήνη έχει σχεδόν κρυφθεί,
τα αστέρια αρχίζουν να κρύβονται.
Μέχρι και η μάντισσα
έχει μεταφέρει μέσα της ό,τι έχει,
όλα πλην του Κάιν και του Άβελ
και του Κουασιμόδου.
Όλοι ερωτεύονται
ή προσμένουν τη βροχή.
Και ο καλός Σαμαρείτης ντύνεται,
προετοιμάζεται για την παράσταση.
Θα πάει στο πανηγύρι απόψε,
στη Γραμμή Απελπισίας.
Τώρα, η Οφηλία είναι κοντά στο παράθυρο.
Νιώθω ότι τρομοκρατούμαι για την τύχη της.
Στα εικοστά δεύτερα γενέθλιά της,
είναι ήδη μια γεροντοκόρη.
Γι'αυτήν ο θάνατος είναι λίγο ρομαντικός.
Φορά ένα ατσάλινο γιλέκο,
το επάγγελμά της είναι το θρήσκευμά της,
η αμαρτία της είναι η απαισιοδοξία της.
Μολονότι τα μάτια της έχουν καρφωθεί
στο μέγα ουράνιο τόξο του Νώε,
αυτή περνά το χρόνο της ατενίζουσα
τη Γραμμή Απελπισίας.
Ο Άινστάιν, μεταμφιεσμένος ως Ρομπέν των Δασών,
με τις μνήμες του αποθηκευμένες,
πέρασε έτσι πριν μια ώρα
με το φίλο του, ένα ζηλιάρη μοναχό.
Έδειχνε τόσο αθεράπευτα τρομοκρατημένος
καθώς κάπνιζε ένα τσιγάρο.
Τότε, έφυγε να εισπνεύσει τη μυρωδιά των αγωγών
και να απαγγείλει την αλφάβητο.
Τώρα, δεν θα σκεπτόσαστε να τον κοιτάξετε,
αλλά αυτός ήταν προ πολλού διάσημος
επειδή έπαιζε ηλεκτρικό βιολί
στη Γραμμή Απελπισίας.
Ο Δρ. Βρώμας κρατά τον κόσμο του
μέσα σ'ένα δερμάτινο ποτήρι,
όμως όλοι οι ερμαφρόδιτοι ασθενείς του
προσπαθούν να τον καταστρέψουν.
Τώρα, η νοσοκόμα του, καμιά απόκληρη,
αναλαμβάνει την κυανοφόρα τρύπα
και επίσης διατηρεί τις κάρτες που λέγουν:
"Ευλογημένη η ψυχή του".
Όλοι κάπως κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου
και εσύ μπορείς να τους ακούσεις
αν παρεκκλίνεις κατά πολύ
από τη Γραμμή Απελπισίας.
Κατά μήκος του δρόμου, σφράγισαν τις κουρτίνες.
Προετοιμάζονται για τη γιορτή,
το Φάντασμα της Όπερας,
μια τέλεια εικόνα ενός ιερέα.
Θωπεύουν τον Καζανόβα
για να τον εφησυχάσουν
και έπειτα θα τον σκοτώσουν με αυτοπεποίθηση
αφού τον δηλητηριάσουν με λέξεις
και το Φάντασμα ουρλιάξει στις κοκαλιάρες:
"Φύγετε από εδώ εάν δεν ξέρετε
ότι ο Καζανόβα απλώς τιμωρείται που διέβη
τη Γραμμή Απελπισίας."
Τώρα, κατά τα μεσάνυχτα, όλοι οι πράκτορες
και το υπεράνθρωπο επιτελείο
εξέρχονται και περισυλλέγουν κάθε άνθρωπο
που γνωρίζει περισσότερα από αυτούς.
Έπειτα, τους μεταφέρουν στο εργοστάσιο
όπου η προσβλητική για την καρδιά μηχανή
συμπιέζει τους ώμους τους
και τότε η κηροζίνη
κατέρχεται από τα κάστρα
από ασφαλιστές που πηγαίνουν
να ελέγξουν ότι κανείς δεν θα αποδράσει
από τη Γραμμή Απελπισίας.
Ευλογημένος ο Ποσειδών του Νέρωνος.
Ο Τιτανικός αποπλέει την αυγή
και οι πάντες ουρλιάζουν:
"Εσύ με ποιανού το μέρος είσαι ;"
Και οι Ezra Pound and T. S. Eliot
διαπληκτίζονται στον θάλαμο του ναυάρχου
ενόσω οι Σειρήνες τους χλευάζουν.
Και οι ψαράδες κρατούν λουλούδια
ανάμεσα στα παραθύρια της θαλάσσης,
όπου κολυμπούν όμορφες γοργόνες
και κανείς δεν οφείλει να σκεφθεί υπερβολικά
τη Γραμμή Απελπισίας.
Ναι, έλαβα το γράμμα σου εχθές,
κάπου τη στιγμή που το πόμολο χάλασε.
Όταν με ρώτησες πώς είμαι,
μήπως ήταν για να με κοροϊδέψεις ;
Άπαντες οι αναφερόμενοι σου,
ναι ξέρω, είναι κάπως στραβάδια.
Έπρεπε να επανασχηματίσω τα πρόσωπά τους
και να τους παράσχω άλλη ταυτότητα.
Αυτή τη στιγμή, δεν μπορώ να διαβάσω πολύ καλά.
Μη, σε παρακαλώ, μη μου στέλνεις άλλα γράμματα.
Μη, εκτός κι αν τα ταχυδρομείς
από τη Γραμμή Απελπισίας.