«Μ’ ένα τριαντάφυλλο» είπες
«έλα να με βρεις,
όλο το βράδυ θα είμαι μόνη,
κι εγώ για σένα
πεθαίνω, για σένα».
Μ’ ένα τριαντάφυλλο ήρθα σ’ εσένα,
Άσπρο σαν τα μακρινά σύννεφα,
σαν την πικρή νύχτα που πέρασε στα χαμένα,
σαν τον αφρό που αφρίζει πάνω στη θάλασσα,
άσπρο δεν είναι το τριαντάφυλλο που σου φέρνω.
Κίτρινο σαν τον πυρετό που με καίει,
σαν το ποτό που μαγεύει τις λέξεις,
σαν το δηλητήριο που στάζει από το στήθος σου,
κίτρινο δεν είναι το τριαντάφυλλο που σου φέρνω.
Αναστενάζουν μες στον αέρα τα τριαντάφυλλα, αναπνέουν,
πέταλο το πέταλο δείχνουν το χρώμα τους,
αλλά το άνθος που μόνο του μεγαλώνει μες στoν βάτο
κόκκινη δεν είναι η αγάπη,
άσπρος δεν είναι ο πόνος,
το άνθος μόνο είναι το δώρο που σου φέρνω.
Ροζ, σαν ένα ρομάντζο της δεκάρας,
σαν την παράδοση που ξεπροβάλλει πάνω στο πρόσωπο
σαν την αναμονή που βαραίνει πάνω στα χείλη,
ροζ δεν είναι το τριαντάφυλλο που σου φέρνω.
Σαν την πορφύρα που φλογίζει το πρωινό,
σαν τη λάμα που ζεσταίνει το μαξιλάρι σου,,
σαν το αγκάθι που πλησιάζει την καρδιά,
έτσι κόκκινο είναι το τριαντάφυλλο που σου φέρνω.
Το έβρεξαν δάκρια κρυστάλλινα,
δάκρια και κρασί που χύθηκαν στην πορεία,
σταγόνα τη σταγόνα που χάθηκαν μες στη βροχή,
σταγόνα τη σταγόνα τού στέγνωσαν την καρδιά.
Φέρε μου, λοιπόν, φέρε μου το ωραιότερο άνθος,
εκείνο που να διαρκεί περισσότερο από την αυταρέσκια,
το άνθος που από μόνο του δεν καθρεφτίζει το βάτο
τέλειο απ’ τον πόνο
τέλειο απ’ την καρδιά του
τέλειο από το δώρο που κάνει του εαυτού του.