Πού ήσουν εσύ όταν εγώ καιγόμουν και είχα ραγίσει;
Καθώς έβλεπα τις ημέρες να ξεγλιστρούν από το παράθυρό μου
Και πού ήσουν εσύ όταν εγώ ήμουν πληγωμένος και αβοήθητος;
Επειδή αυτά που λες και αυτά που κάνεις με περικυκλώνουν
Καθώς εσύ κρεμόσουν από τα χείλη κάποιου άλλου
Ποθώντας να πιστέψεις αυτά που άκουγες
Εγώ έστρεψα το βλέμμα μου προς τον λαμπερό ήλιο
Χαμένος στις σκέψεις και στον χρόνο
Όταν φυτεύτηκαν οι σπόροι της ζωής και της αλλαγής
Έξω η βροχή έπεφτε σκοτεινή και αργή
Καθώς συλλογιζόμουν αυτό το επικίνδυνο και συνάμα ακαταμάχητο παρελθόν
Πέταξα μέσα από τη σιωπή μας
Ήξερα πως ήρθε η στιγμή
Για να σκοτώσω το παρελθόν και να αναστηθώ
Πέταξα μέσα από τη σιωπή μας
Ήξερα ότι είχε αρχίσει η αναμονή
Και κατευθύνθηκα προς τον λαμπρό ήλιο