Δε θα φωνάξω, δε θα αναπνεύσω ενώ κοιμάσαι,
Θα με έβρισκες άοπλη.
Γυμνή, χωρίς σκέψεις, άτονη,
Η πρωινή μου φωνή είναι βραχνή από το κρύο.
Και τα μαλλιά μου είναι ανακατεμένα,
Και το κρεβάτι μου είναι απρόσεκτα τσαλακωμένο,
Οι ακτίνες του ηλίου κάνουν ραβδώσεις στο δέρμα μου,
Το κορμί μου είναι μια γουλιά πρωινής μέντας.
Αισθάνθηκες τη μυρωδιά των μπαχαρικών μου,
Τις χρυσές μου μπούκλες.
Την έντονη μυρωδιά των ευθυμιών μου,
Τη πυκνή μυρωδιά μιας πόλης τη νύχτα.
Σε κάθε εκ γενετής σημάδι θα έδινες όνομα,
Και μετά θα σιωπούσες και θα κοιτούσες
πεινασμένος εμένα άοπλη από τις επιθυμίες σου,
χωρίς ελπίδα και χωρίς σκέψεις, ταπεινά.
Είμαι δεμένη στα χέρια σου,
Και με πνίγουν με γλυκύτητα.
Δε χρειάζεται να του υποταχθώ
Αλλά η αδυναμία μου με αναγκάζει.
Και τα μαλλιά μου είναι ανακατεμένα,
Και το κρεβάτι μου είναι απρόσεκτα τσαλακωμένο,
Οι ακτίνες του ηλίου κάνουν ραβδώσεις στο δέρμα μου,
Θα με έβρισκες άοπλη.
Αισθάνθηκες τη μυρωδιά των μπαχαρικών μου,
Τις χρυσές μου μπούκλες.
Την έντονη μυρωδιά των ευθυμιών μου,
Τη πυκνή μυρωδιά μιας πόλης τη νύχτα.
Σε κάθε εκ γενετής σημάδι θα έδινες όνομα,
Και μετά θα σιωπούσες και θα κοιτούσες
πεινασμένος εμένα άοπλη από τις επιθυμίες σου,
χωρίς ελπίδα και χωρίς σκέψεις, ταπεινά.
Το ξέρεις πως πλήγωσες την καρδιά μου,
Αν με εξαπατήσεις
Θέε μου, θα μπορούσα να πεθάνω..
Από το να σταματήσω να σε αγαπώ
Αισθάνθηκες τη μυρωδιά των μπαχαρικών μου,
Τις χρυσές μου μπούκλες.
Την έντονη μυρωδιά των ευθυμιών μου,
Τη πυκνή μυρωδιά μιας πόλης τη νύχτα.
Σε κάθε εκ γενετής σημάδι θα έδινες όνομα,
Και μετά θα σιωπούσες και θα κοιτούσες
πεινασμένος εμένα άοπλη από τις επιθυμίες σου,
χωρίς ελπίδα και χωρίς σκέψεις, ταπεινά.