Αυτό που άρχισα να ζω την άνοιξη,
συνειδητοποίησα τι ήταν
χθες ενώ έλεγα αντίο.
Έκλεισα τα μάτια και κατάπια το σάλιο,
εκείνος ο άντρας ήταν για 'μένα
όπως ο αφρός της μπύρας.
Και περνούν, τα αυτοκίνητα περνούν με τις ιστορίες του,
η ζωή μένει στο σπίτι και στην ανάμνηση.
Η ελευθερία που γεύτηκα μαζί σου,
δεν είναι ντροπή στο λέω,
ήταν αυτό που πιο πολύ με φρέναρε.
Από φόβο μη γνωρίζοντας αντίστοιχα,
σήμερα ξαναείμαι θαρραλέα,
σαν προσβολή σ' αυτό που έγινε.
Σκίσε το κορμί μου, γιατί ξέρω,
πέρασες από δίπλα μου και δεν ήξερα, δεν ήξερα για να σε δω. Σκίσε το κορμί μου και πάλεψε μαζί μου
και σκίσε μου τα ρούχα εξουθενωμένοι ως τα ξημερώματα.
Ξύπνησα με τον ήλιο στο πρόσωπο και οι τσαλακιές στο κρεβάτι μου ήταν αυτές που ακόμη έχω τυπωμένες ανάμεσα σε περιοδικά και σε κάποιες ή άλλες εφημερίδες. Καθυστέρησα το ημερολόγιό μου για να δω μήπως έτσι επιστρέψεις.
Σκίσε το κορμί μου, γιατί ξέρω,
πέρασες από δίπλα μου και δεν ήξερα, δεν ήξερα για να σε δω. Σκίσε το κορμί μου και πάλεψε μαζί μου
και σκίσε μου τα ρούχα εξουθενωμένοι ως τα ξημερώματα.