Πάγωνε στους δρόμους ο αγέρας
σαν χαρταετός μοιάζει η ψυχή
κι έχεις τα δυο μάτια βουρκωμένα
σαν προάστια μέσα στην βροχή
Νύχτωσε νωρίς στην οικουμένη
ψάχνω, σε φωνάζω, δεν μ’ ακούς
βλέπω τα ηφαίστεια στους δρόμους
με φωτιές να καίν' τους ζωντανούς
Φεύγω πικραμένη και σ' αφήνω
ακυβέρνητη στη θάλασσα σανίδα
δεν μπορώ το αίμα μου να δίνω
σε μιαν άρρωστη συνέχεια πατρίδα