Αναγνωρίζει τις φωνές στο μυαλό της
Της λένε, να φύγει
Είναι κουρασμένη χαμογελάει τρελά1
Ωσότου η σιωπή γίνει αθόρυβη2
Μια τύρβη3 στο μυαλό της
Αναγνωρίζει τις φωνές στο μυαλό της
Της λένε, να φύγει
Είναι κουρασμένη χαμογελάει τρελά1
Ωσότου η σιωπή γίνει αθόρυβη2
Μια τύρβη3 στο μυαλό της
Παρόλ’ αυτά αυτή δεν αισθάνεται τίποτα
Ούτε να κάνει πια καλό, ούτε νόημα να ζει
Η ομίχλη σκέπασε κάθε αστέρι απόψε
Παρόλ’ αυτά που μοιράστηκαν
Πώς θα μπορούσε να την αρνηθεί τόσο απλά;
Παρόλ’ αυτά που μοιράστηκαν
Αυτός την απομάκρυνε
Αυτή είπε ότι δε θα μπορούσε να κλάψει
Του είπε πραγματικά ψέματα
Παρόλ’ αυτά που μοιράστηκαν
Πώς θα μπορούσε να την αρνηθεί τόσο απλά;
Παρόλ’ αυτά που μοιράστηκαν
Αυτός την απομάκρυνε
Αυτή είπε ότι δε θα μπορούσε να κλάψει
Του είπε πραγματικά ψέματα
Αναγνωρίζει τις φωνές στο μυαλό της
Τίποτα δεν έχει απομείνει παρά μόνο μια κραυγή σιωπής4
Παρόλ’ αυτά αυτή δεν αισθάνεται τίποτα
Το συναίσθημα χάθηκε, της ήρθαν τα πάνω – κάτω5
Εικόνες πίσω από τα κλειστά της μάτια
Αυτή τη φορά το παράκανε
Παρόλ’ αυτά που μοιράστηκαν
Πώς θα μπορούσε να την αρνηθεί τόσο απλά;
Παρόλ’ αυτά που μοιράστηκαν
Αυτός την απομάκρυνε
Αυτή είπε ότι δε θα μπορούσε να κλάψει
Του είπε πραγματικά ψέματα
Παρόλ’ αυτά που μοιράστηκαν
Πώς θα μπορούσε να την αρνηθεί τόσο απλά;
Παρόλ’ αυτά που μοιράστηκαν
Αυτός την απομάκρυνε
Αυτή είπε ότι δε θα μπορούσε να κλάψει
Του είπε πραγματικά ψέματα…
Παρόλ’ αυτά που μοιράστηκαν
Αυτός την απομάκρυνε
Αυτή είπε ότι δε θα μπορούσε να κλάψει
Του είπε πραγματικά ψέματα
Παρόλ’ αυτά αυτή δεν αισθάνεται τίποτα
Ούτε να κάνει πια καλό, ούτε νόημα να ζει
Η ομίχλη σκέπασε κάθε αστέρι απόψε
Παρόλ’ αυτά που μοιράστηκαν
Αυτός την απομάκρυνε
Αυτή είπε ότι δε θα μπορούσε να κλάψει
Του είπε πραγματικά ψέματα
Παρόλ’ αυτά που μοιράστηκαν
Πώς θα μπορούσε να την αρνηθεί τόσο απλά;
Παρόλ’ αυτά που μοιράστηκαν
Αυτός την απομάκρυνε
Αυτή είπε ότι δε θα μπορούσε να κλάψει
Του είπε πραγματικά ψέματα
1. a. b. εννοεί χαμογελάει σαν έναν ψυχικά άρρωστο άνθρωπο, σχιζοφρενή2. a. b. εννοεί να πέσει σε “ψυχικό κόμμα”, δλδ. η παύση μετά από μια κρίση που παθαίνει ένας σχιζοφρενής3. a. b. αναστάτωση, θόρυβος4. μεταφορικό: εννοεί ήταν πολύ ήσυχα, ούτε ήχος5. είναι ανάστατη