Άκρα του τάφου σιωπή
στον κάμπο βασιλεύει.
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί
κι η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε
στα μάτια η μάνα μνέει
στέκει ο Σουλιώτης ο καλός
παράμερα και κλαίει.
"Έρμο τουφέκι σκοτεινό,
τι σ' έχω `γώ στο χέρι;
Οπού συ μου `γινες βαρύ
κι ο Αγαρηνός το ξέρει".